Η Ελλάδα, το 2025, βρίσκεται σε μια πολιτική συγκυρία που δεν μπορεί να ερμηνευτεί μόνο μέσα από τα πρόσωπα των ηγετών της. Οι Αντώνης Σαμαράς και Αλέξης Τσίπρας, παρότι εμβληματικά ονόματα της μεταπολιτευτικής περιόδου, δεν αντιπροσωπεύουν πλέον το μέλλον, αλλά μάλλον το παρελθόν ενός πολιτικού συστήματος που βρίσκεται σε βαθιά κρίση νομιμοποίησης. Το ερώτημα δεν είναι ποιος θα ηγηθεί, αλλά ποιος μπορεί ακόμα να εκφράσει έναν λαό που απορρίπτει συλλήβδην το πολιτικό κατεστημένο.
Το Τέλος ….
Η ελληνική πολιτική σκηνή, από το 1974 και μετά, οικοδομήθηκε πάνω σε έναν δικομματισμό με άξονα τη διαμάχη Δεξιάς–Αντιδεξιάς. Η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, αργότερα ο ΣΥΡΙΖΑ, διαχειρίστηκαν την εξουσία εναλλάξ, με βασικό διακύβευμα όχι την πολιτική ουσία, αλλά την κατανομή πόρων και εξουσίας. Ωστόσο, σήμερα, το 34% των πολιτών δηλώνει ότι κανένα από τα δύο μεγάλα πολιτικά στρατόπεδα δεν μπορεί να εγγυηθεί ένα καλύτερο μέλλον – ένα ποσοστό που αυξήθηκε κατά 6,4% μέσα σε δύο χρόνια.
Αυτό δεν είναι απλώς μια δημοσκοπική διακύμανση. Είναι η κατάρρευση της αφήγησης ότι η πολιτική είναι διαχείριση. Η κοινωνία πλέον δεν αναζητά διαχειριστές, αναζητά νόημα. Και σε αυτό το κενό, ούτε ο Σαμαράς ούτε ο Τσίπρας μπορούν να απαντήσουν.
Ο Σαμαράς ως Σύμβολο Παρελθούσας Ηγεμονίας
Ο Αντώνης Σαμαράς, παρότι πλέον απών από την ενεργό πολιτική σκηνή, παραμένει ένα σύμβολο μιας Δεξιάς που έχασε την ηγεμονική της ικανότητα. Η πολιτική του κληρονομιά – από την «εθνική στρατηγική» μέχρι την αντιμνημονιακή του μετάλλαξη και την επαναφορά του ως «σωτήρα» της Ευρωπαϊκής πορείας της χώρας – είναι σήμερα αντιφατική και απονομιμοποιημένη στα μάτια μιας κοινωνίας που βιώνει την ακρίβεια, την ανασφάλεια και την απαξίωση των θεσμών.
Η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, παρότι κυρίαρχη, δεν μπορεί πλέον να επικαλεστεί τον σαμαρικό λόγο ως ενοποιητικό αφήγημα. Η πτώση της στα ποσοστά της (κάτω του 30% στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις) δείχνει ότι η δεξιά πολιτική ταυτότητα έχει διαρραγεί μεταξύ νεοφιλελεύθερης διαχείρισης και εθνικιστικής ρητορείας.
Ο Τσίπρας ως Αποτύπωμα μιας Αριστεράς που Αυτοκτόνησε
Ο Αλέξης Τσίπρας, από την άλλη, είναι το πολιτικό αποτύπωμα μιας Αριστεράς που αυτοκτόνησε στην εξουσία. Η παραίτησή του από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν απλώς μια προσωπική απόφαση – ήταν η επίσημη αναγνώριση του τέλους ενός πειράματος που μετατράπηκε σε συστημική συνέχεια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, από κόμμα της ριζοσπαστικής αμφισβήτησης, έγινε κόμμα διαχείρισης της μνημονιακής συνέχειας, με αποτέλεσμα να χάσει όχι μόνο την εκλογική του βάση, αλλά και την πολιτική του ψυχή. Σήμερα, δεν ξεπερνά το 10% στις δημοσκοπήσεις, βρίσκεται πίσω από το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και ακόμη και από ακροδεξιά κόμματα.
Ο Τσίπρας, παρότι εξακολουθεί να μιλά για «νέα αρχή», δεν έχει πλέον ακροατήριο. Η γενιά που τον ανέδειξε έχει ήδη μετακινηθεί προς την αποχή, την ακροδεξιά ή την ακτιβιστική αυτοοργάνωση. Και η νέα γενιά δεν τον θυμάται καν ως αντισυστημικό – τον βλέπει ως μέρος του συστήματος που απέτυχε.
Το ενδεχόμενο των Πρόωρων Εκλογών
Το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών δεν είναι πλέον σενάριο ανάγκης, αλλά σενάριο πολιτικής επιβίωσης για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η κυβέρνηση, παρότι εξακολουθεί να έχει την πρωτοκαθεδρία, δεν μπορεί να εγγυηθεί αυτοδυναμία στις επόμενες εκλογές, ακόμη και με το μπόνους των 50 εδρών.
Όμως, οι πρόωρες εκλογές δεν θα είναι απλώς μια αναμέτρηση κομμάτων – θα είναι δημοψήφισμα για το πολιτικό σύστημα συνολικά. Και σε αυτό το δημοψήφισμα, οι πολίτες δεν θα κληθούν να επιλέξουν ανάμεσα σε Σαμαρά ή Τσίπρα, αλλά ανάμεσα στην πολιτική ως έχει και στην πολιτική ως θα μπορούσε να είναι.
Το Κενό Εξουσίας και οι Νέοι Παίκτες
Το πιο σημαντικό πολιτικό φαινόμενο του 2025 δεν είναι ούτε ο Σαμαράς ούτε ο Τσίπρας. Είναι η άνοδος κομμάτων που δεν εκφράζονται μέσα από τον παραδοσιακό άξονα Δεξιάς-Αριστεράς, όπως το ΚΚΕ, η Ελληνική Λύση, η Πλεύση Ελευθερίας και η Φωνή Λογικής. Αυτά τα κόμματα, παρότι ιδεολογικά ασύμβατα μεταξύ τους, εκφράζουν ένα κοινό αίτημα: την απόρριψη του πολιτικού κατεστημένου.
Το ερώτημα δεν είναι ποιος θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές, αλλά ποιος θα εκφράσει αυτό το αίτημα χωρίς να το προδώσει. Και σε αυτό το πεδίο, ούτε ο Σαμαράς ούτε ο Τσίπρας έχουν θέση.
Το Τέλος της Πολιτικής ως Θεάματος
Η Ελλάδα του 2025 δεν χρειάζεται νέους ηγέτες – χρειάζεται νέα πολιτική γλώσσα. Η πολιτική σκηνή δεν μπορεί πλέον να λειτουργεί ως θέατρο προσώπων, αλλά ως χώρος συλλογικής αυτοσυνειδησίας. Ο Σαμαράς και ο Τσίπρας δεν είναι το μέλλον – είναι τα ερείπια ενός μέλλοντος που δεν ήρθε ποτέ.
Και μέσα στα ερείπια αυτά, γεννιέται ήδη κάτι καινούργιο – άμορφο, ασαφές, αλλά πραγματικά νέο.
